Τα παιδιά της η Ελλάδα, τα «τρώει».

Δεν ξέρω αν πρόκειται για κανιβαλισμό. Πάντως «κανιβαλίζουμε» όλοι σε αυτή τη χώρα. Θα έπρεπε να έχουμε Κανιβαλιστική Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική(;) Δημοκρατία. Μας ταιριάζει, νομίζω.
Κείμενο: Μιχάλης Ταμπακάκης
Φωτογραφία: Κατερίνα Πασπαλιάρη / youropia.gr
Ποτέ δεν πίστευα ότι θα ζούσα άλλη μια δεκαετία του ’50 και του ’60. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα ζούσα αυτό που η μητέρα μου έζησε στα 16 της. Την ξενιτιά. Αυτό που εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες έζησαν. Μεγάλωσα με αυτές τις ιστορίες. Της ξενιτιάς. Την αναζήτηση για μια καλύτερη τύχη στα «ξένα». Χρόνια δύσκολα τότε, άλλες συνθήκες, άλλα καθεστώτα, άλλα όνειρα. Όχι ότι, τώρα δεν ζούμε δύσκολες στιγμές. Θεωρώ όμως, ότι ζούμε ανάλογα γεγονότα.
Η αλήθεια είναι ότι μου πέρασε από το μυαλό, κάποια στιγμή, να την κάνω για τα «ξένα». Πώς όμως αφήνει κάποιος τον τόπο του; Με τί κότσια; Και γιατί; Σίγουρα μπορώ να απαντήσω μόνο σε ένα από αυτά τα ερωτήματα. Το γιατί. Γιατί η Ελλάδα, όσο υπέροχη χώρα κι αν είναι, «τρώει» τα παιδιά της. Εκεί που λες ότι όλα είναι τέλεια, σου γυρίζει ένα χαστούκι και δεν ξέρεις από πού σου ήρθε. Γιατί υπάρχουν «κακοί» άνθρωποι, άχρηστοι που δεν μπορούν να διαχειριστούν την εξουσία που τους δίνεται, γιατί είναι ανίκανοι τόσα χρόνια να καταλήξουν σε ένα σύστημα Παιδείας αντί να «κόβουν και να ράβουν» κάθε χρόνο. Γιατί βαρέθηκα να τα τρώνε άλλοι αυτά που όλοι εμείς πληρώνουμε , για να έχουμε ωραίους δρόμους, καλύτερα νοσοκομεία, προνόμια. Γιατί εδώ στην Ελλάδα, όλοι λένε ψέματα. Λέμε ψέματα ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό. Γιατί η Ελλάδα μου, βρίσκει ως μόνη λύση, να επιβιώσουμε σαν κράτος, την μείωση μισθών, τις περικοπές και τη βαριά φορολογία σε μισθωτούς και χαμηλοσυνταξιούχους, τη στιγμή που κανένας δεν έχει να δώσει. Γιατί τα λαμπερά μυαλά, τους επιστήμονες, τους ευεργέτες αυτής της χώρας, τους σταυρώνει. Τους διώχνει στα πέρατα της γης. Και φυσικά διαπρέπουν στη νέα τους πατρίδα, «ριζώνουν», «ανθίζουν» και γίνονται ξακουστοί και επιτυχημένοι. Για όλα αυτά και άλλα τόσα, θέλω να την «κάνω».
Όπως την «έκανε» ένας καλός φίλος για Γερμανία. Το θυμάμαι ξεκάθαρα, «Φεύγω την άλλη Κυριακή» ,μου είπε. Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Γιατί ξέρω, δεν πάει για δυο ή πέντε χρόνια. Έτσι είπαν όλοι.
Ίσως μια άλλη φορά για ‘μένα. Εγώ λέω να μείνω εδώ και να παλέψω. Θα μείνω εδώ να αποδείξω ότι υπάρχει δεύτερη ευκαιρία σε όσους την αναζητούν.
Αφήστε το σχόλιό σας
Σχόλια

Μόλις ελεγχθεί από το διαχειριστή θα δημοσιευτεί.