Το θέατρο του παραλόγου
Κοντοστέκομαι… και σκέφτομαι πως όλα αυτά τα έχω ξαναδεί: το ανώνυμο, το απρόσωπο, το μασκαρεμένο…
Λέω στον εαυτό μου πως πρόκειται για περίπτωση déjà-vu, που δεν είναι παρά ένα είδος σύναψης νευρώνων στον εγκέφαλο. Αυτό που νομίζεις πως έχεις δεί ξανά είναι το ίδιο που βλέπεις τώρα, μόνο που ο εγκέφαλός σου πέρασε το μήνυμα στην αποθήκη των παλιών σου αναμνήσεων, οπότε φτάνει στο μυαλό σου με την ταμπέλα «παρελθούσα εμπειρία». Αληθινό, αλλά όχι πάντα ευχάριστο. Συναίσθημα που με αποπροσανατολίζει.
Προσπαθώ να συγκεντρωθώ. Οι ελευθέρας βοσκής, όμως, σκέψεις μου στρέφονται στους άγνωστους «διασκεδαστές» που συναντώ σε κάθε πεζοδρομημένη γεμάτη από θολό και άχρωμο κόσμο πλατεία. Θα μπορούσα σε κάθε περίεργο προσωπείο να δώσω από ένα άσχετο όνομα, αφού σε καμία περίπτωση κανείς δε γνωρίζει και το δικό μου. Οπότε όλοι μας μπορούμε να είμαστε κανένας και πάντες. Μπορούμε να είμαστε όποιοι θέλουμε. Μπορούμε να γίνουμε όλοι οι διαφορετικοί άνθρωποι που έχουμε μέσα μας, ο ένας μετά τον άλλο. Δεν είναι πιο μεγάλο κέρδος για όλους μας από ένα απλό όνομα;
Δεν ξεχωρίζω τα ανθρώπινα πρόσωπα. Αυτά όμως είναι που στην πραγματικότητα έχουν πλάκα. Άμα τα κοιτάξεις για πολύ παύουν να είναι άσχημα ή όμορφα και γίνονται αυτό που απλώς είναι. Τότε βλέπεις πως δεν θα μπορούσαν να είναι αλλιώς, γιατί η ζωή τους η ίδια τα έφτιαξε έτσι, κι άμα αγαπάς κάποιον, αγαπάς και το πρόσωπό του όπως έχει. Κι όμως. Επιλέγεις να ψάχνεις κάτι άλλο, πιο φανταχτερό, ενώ η μαγεία βρίσκεται στο ζαρωμένο γεμάτο από κηλίδες χλωμό δέρμα, στα πυκνά τριχωτά φρύδια, στα όχι και τόσο μεγάλα όλο μαύρους κύκλους μάτια.
Το ήξερα. Κάθε μου, σχεδόν, σκέψη με το που εμφανίζεται στο προσκήνιο, έχει δραστικά αποτελέσματα στη διάθεσή μου... Εσύ όμως διάλεξες να βλέπεις ένα πράγμα, κι εγώ ένα άλλο. Κι οι δυο έχουμε δίκιο. Δεν επινοούμε τίποτα. Ή όχι; Σίγουρα επιλέγουμε. Φτιάχνουμε ο καθένας τον δικό του κόσμο, από την κοινή παρακαταθήκη μιας ορισμένης αληθινής πραγματικότητας.
Κάθε φορά, λοιπόν, που αποφασίζω να εξαργυρώσω τα μεγαλόπνοα σχέδιά μου με τα μικρά και τα εύθραυστα, με την καθημερινή επαφή με ανθρώπους που αγαπώ και νοιάζομαι, με την κουβέντα που τόσο λατρεύω… κάθε φορά όμως εμφανίζονται εκείνες οι περίεργες ημέρες. Εκείνες που αν δεν επιλέξεις τα λαμπερότερα χρώματα και τα μεθυστικότερα ποτά, εκείνες που αν δεν υποκριθείς πως είσαι χαμογελαστός και ευτυχισμένος, θα ακούσεις τους γεμάτους από αγωνία γονείς σου να συζητούν για ένα «άλυτο πρόβλημα».
Γι’αυτό ζηλεύω τα μικρά παιδιά. Όχι ότι δεν είμαι κι εγώ παιδί… Τα ζηλεύω όμως γιατί στην αθωότητα αυτή της ηλικίας τους πιστεύουν ότι με ένα άνοιξε-κλείσε των ματιών τους θα αλλάξουν τον κόσμο όλο. Ότι με μια ευχή θα βρεθούν στη χώρα των θαυμάτων και θα αποκοιμηθούν με τη μαγεία των παραμυθιών. Κι εγώ ονειρεύομαι… Να φύγω, να δραπετεύσω από αυτό το θέατρο του παραλόγου, όπου σε κάθε υποτιθέμενο κυρίαρχο βλέμμα, σε κάθε δειλό ανούσιο χαμόγελο, δεν πλανάται παρά μια ανυπόφορη μιζέρια και κατήφεια.
Iωάννα Μ. Κωστοπούλου
Αφήστε το σχόλιό σας
Σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια...
Μόλις ελεγχθεί από το διαχειριστή θα δημοσιευτεί.