Τυφλωμένα Χριστούγεννα
Κάθομαι εδώ απ’το πρωί προσπαθώντας να βρω κάτι για να γράψω. Όχι, δεν στέρεψα από ιδέες. Απλά είναι τόσα πολλά που υπάρχουν στο μυαλό μου και που προστίθενται συνέχεια.
Αυτή τη στιγμή ακούω στο ηχοσύστημα ρυθμούς της Νέας Ορλεάνης, μέρος της συλλογής Putumayo World Music και σκέφτομαι. Σε λίγο θα βάλω το Cafe Cubano απ’την ίδια σειρά. Πήγα Κούβα, και μάλιστα το 2008 αμέσως μετά τον δεύτερο συνεχόμενο μέσα σ’ένα μήνα τυφώνα, και είδα τι θα πει να ζεις χωρίς να ζεις με βάση τις νόρμες τις σύγχρονης κοινωνίας, αλλά να το απολαμβάνεις. Δεν πήγα Νέα Ορλεάνη αλλά είδαμε τόσα λόγω της Κατερίνας, τον τυφώνα εννοώ, που είναι σαν να πήγαμε όλοι. Ακόμα και στην Αϊτή. Τόποι που επισκεπτόμαστε χαλαροί, τουρίστες, χωρίς να βλέπουμε πώς ζουν στην πραγματικότητα. Τόποι που οι άνθρωποί τους είναι πιο κοντά στον αρχέγονο άνθρωπο, με τα βασικά ένστικτα να είναι τα μόνα που λειτουργούν στο μέγιστο. Όπως και στη Νότια Αφρική, τη Ζάμβια, χώρες που έχω επισκεφτεί, καθώς και άλλες χώρες με παρόμοια ανάπτυξη που δεν έχω πάει, υποθέτω τουλάχιστο…
Οι πόλεις λοιπόν σιγά σιγά φωτίζονται. Στολίζονται γιορτινά για να χαρούνε ποιοι και για ποιο λόγο? Σκέφτομαι περνώντας από χωριά και πόλεις πόσα λεφτά πήγαν χαμένα στο να μας κάνουν να νοιώσουμε και πάλι Χριστούγεννα. Δε λέω, όταν όλος ο λαός ευημερεί δεν είναι κακό. Όταν όμως ο μισός λαός υποφέρει είτε απ’την πείνα είτε δεν ξέρει πώς θα βγάλει το μήνα και αν θα έχει να πληρώσει τις δόσεις τους, άσε για νοίκι, ηλεκτρικό θέρμανση… Και ο άλλος μισός αλοίμονο να περίμενε να φωτιστούν οι δρόμοι για να νοιώσει Χριστούγεννα. Και αλοίμονο, κανείς μας δε νοιώθει Χριστούγεννα πλέον. Και αυτοί οι άνθρωποι που άναψαν και φέτος τα φώτα στις πόλεις είναι αυτοί που πρέπει να νοιάζονται για τις πόλεις και τα χωριά, ο καθ’ένας το δικό του. Φαίνεται όμως πως ξέχασαν ότι οι πόλεις είναι οι άνθρωποί τους κι′όχι μόνο οι δρόμοι και τα κτίρια. Ακόμα και στην Ελλάδα, που πάντα σας ζήλευα που είχατε Δήμαρχο Αθηναίων κι′όχι Αθηνών…
Τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή των παιδιών. Για μας είναι το Πάσχα. Αλλά και μεις γινόμαστε παιδιά αυτές τις μέρες. Σκέφτομαι τα δικά μου Χριστούγεννα τότε, τις χρονιές απ’τον πόλεμο και μετά, που περίμενα να μ’αγοράσει καμιά ζακετούλα η μάνα μου, η μόνη που δούλευε λόγω πολέμου, αν και πάντα προτιμούσα παιχνίδι κι′ας μην είχα να φορέσω ζακετούλα. Έτσι κι′αλλοιώς δεν κρύωνα με το μπουφανάκι που είχα. Και περίμενα και στο σχολείο να μου δώσουν όπως σ’όλα τα προσφυγόπουλα ένα καινούριο ζευγάρι παπούτσια. Και εγώ ήμουνα απ’τα καλοτυχισμένα παιδιά τότε, ανάμεσα στα φτωχόπαιδα και στα προσφυγόπουλα. Και τότε τα παιχνίδια ήταν συγκεκριμένα. Πλαστικά όπλα, κούκλες, lego και άλλα τέτοια. Και όσοι δεν είχαμε, αν θα διαλέγαμε ένα παιχνίδι, αυτό ήταν πάντα μπάλα ποδοσφαίρου για να παίζουμε στις αλάνες κι′αν η γειτονιά είχε αρκετές τότε μπάλα καλαθόσφαιρας για να παίζουμε τα δειλινά στις αυλές του σχολείου. Και γω, από τότε φαινόταν, είχα διασυνδέσεις με πολλές γειτονιές. Μια μόνιμη και άλλες περιστασιακές. Είχα, τι λέω, ακόμα τα έχω, και κανά δυο όπλα, αλλά πριν τ’αποκτήσω έκανα με ξύλα, όπως όλοι όσοι δεν είχαν. Και δώσ’του παιχνίδι στις αλάνες, μέχρι να σκοτεινιάσει…
Κάστανα στις πλατείες, κάλαντα από παιδιά κι′από χορωδίες, Άη Βασίληδες να τριγυρνάνε δίνοντας δωράκια στα φτωχά παιδάκια… Χριστούγεννα τα καινούρια μας ρούχα και βουρ στην εκκλησιά, εγώ πάντα μόνος, από μικρός, μιας και η μάνα μου πάντα δούλευε κι′ο μπαμπάς μου είχε τσακωθεί με την εκκλησία κι′ας ήταν ψάλτης όταν ήταν νέος… Και φυσικά 2 βδομάδες παιχνίδι. Κάποτε ούτε διάλειμμα για φαγητό δεν κάναμε. Κι′αν ο καιρός ήταν χάλια, διάβασμα. Τό’πα ξανά, από τότε έχει να διαβάσω βιβλία. Καλά, απ’το Λύκειο βασικά αλλά τα πάαααρα πολλά βιβλία τα διάβασα στο δημοτικό. Βιβλία για ότι θες, Βερν, Μαλώ, πολιτικά, ιστορικά, κόμικς, παραμύθια… Και είπαμε, το πλέον αγαπημένο μου γι′αυτές τις μέρες ‘Το κοριτσάκι με τα σπίρτα’…
Κοιτάω λοιπόν τα φώτα, ακούω ειδήσεις και σκέφτομαι. Σκέφτομαι τα παιδάκια που αυτά τα Χριστούγεννα δεν θα έχουν παιχνίδι, δεν θα έχουν ρούχα, δεν θα έχουν ούτε φαγητό, ούτε θέρμανση, ούτε ηλεκτρικό… Σκέφτομαι τα παιδια που εδώ και χρόνια δεν έχουν αυτά… Αλλά περισσότερο σκέφτομαι τους γονείς εκείνους που θα νοιώθουν ακόμα πιο άσχημα επειδή δεν είχαν την ικανότητα να τους τα δώσουν. Όχι εκείνους που θα πάρουν τα λεφτά και θα τρέξουν ν’αγοράσουν ποτό, τσιγάρα, να τζογάρουν, ν’αγοράσουν κοσμήματα για συζύγους και γκόμενες… Όχι. Και όμως, όλα αυτά τα λεφτά θα μπορούσαν να δωθούν σ’αυτά τα παιδάκια, σ’αυτούς τους γονείς, σ’αυτούς τους γέρους που θα ξεπαγιάσουν κι′όμως. Η ελπίδα κι′η αγάπη θα είναι ακόμη στην καρδιά τους, παρά την πίκρα γι′αυτόν τον κόσμο…
Λατρεύω τις πόλεις τα βράδυα. Το ξανάπα. Είναι όλα τόσο όμορφα και τόσο όμοια. Κρύβεται η ασχήμια, βγαίνει ο έρωτας, ο αισθησιασμός, νοιώθω ωραία, νοιώθω αλλοιώς. Αλλά αυτά τα φώτα με πονάνε. Ίσως γιατί έχω γίνει και γω ίδιος μ’αυτούς που πάτησαν το κουμπί και άναψαν αυτά τα φώτα. Τα φώτα που τυφλώνουν τις ψυχές...
Emperor
Αφήστε το σχόλιό σας
Μόλις ελεγχθεί από το διαχειριστή θα δημοσιευτεί.