Αλέκος Παναγούλης (1939-1976)
Πρωτομαγιά. Μέρα που έχει μείνει στην ιστορία ως η «μέρα των εργατών» μιας και την 1η Μαΐου του 1886 τα εργατικά συνδικάτα στο Σικάγο ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας το –καθιερωμένο πλέον- οκτάωρο.
Βέβαια, όσο περνάν τα χρόνια, γιορτάζεται ως μέρα της Άνοιξης, καθώς όλοι ξεχύνονται εκτός των πόλεων για να «πιάσουν» τον Μάη.
Στην Ελλάδα, όμως, η Πρωτομαγιά έχει σημαδευτεί και για έναν άλλο λόγο. Ήταν η ημέρα που δολοφονήθηκε (1 Μάη 1976) ο Αλέκος Παναγούλης, μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες που αντιστάθηκαν στο καθεστώς της Χούντας τη δύσκολη εκείνη επταετία.
Αλέκος Παναγούλης (1939-1976)
Νομίζω ότι για τον συγκεκριμένο άνθρωπο δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Όλοι έχουμε συνδέσει το όνομά του με τα δύσκολα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας, πόσο μάλλον εκείνοι που την έζησαν, καθώς και με τη δολοφονία του.
Γεννημένος στην Γλυφάδα -αδελφός του Γεωργίου Παναγούλη, θύματος του καθεστώτος των Συνταγματαρχών, και του Ευσταθίου Παναγούλη, ο οποίος ασχολήθηκε με την πολιτική-, σπούδασε στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, στο τμήμα Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων.
Όπως τονίστηκε και στην αρχή, αυτός ο άνθρωπος έμεινε γνωστός για την αντιδικτατορική του δράση. Ίδρυσε την οργάνωση Εθνική Αντίσταση και αυτοεξορίστηκε στην Κύπρο για να καταστρώσει σχέδιο δράσης.
Στις 13 Αυγούστου του 1968, αφού έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, επιχειρεί, όπως σχεδίαζε, τη δολοφονία του δικτάτορα, Γεωργίου Παπαδόπουλου. Συλλαμβάνεται, όμως, μιας και η προσπάθεια απέτυχε. Μετά από μέρες βασανισμού (εδώ βασάνιζαν τόσο κόσμο και μόνο στη σκέψη ότι είχαν διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις) και σχεδόν ετοιμοθάνατος, οδηγείται στο νοσοκομείο. Στις 17 Νοεμβρίου του 1968, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, καταδικάζεται σε θάνατο. Λόγω των πιέσεων της διεθνούς κοινότητας, όμως, αν και έχει μεταφερθεί στην Αίγινα για την εκτέλεση, η τελευταία ματαιώνεται.
Οδηγείται στις στρατιωτικές φυλακές του Μπογιατίου, αλλά δεν τα παρατάει. Στις 5 Ιουνίου του 1969 δραπετεύει. Τον συλλαμβάνουν και πάλι και καταλήγει ξανά στις ίδιες φυλακές. Τον βάζουν στην απομόνωση, σε ένα κελί ειδικά σχεδιασμένο για τον ίδιο, το οποίο είναι σαν αντίγραφο τάφου. Οι επόμενες απόπειρες να δραπετεύσει είναι αποτυχημένες. Εκεί αρχίζει και γράφει ποιήματα, ακόμη και όταν του κατάσχουν την γραφική ύλη, χρησιμοποιώντας το αίμα του, με το οποίο γράφει πάνω στους τοίχους του κελιού του. Στη συνέχεια, αφού αποφυλακιστεί, αυτοεξορίζεται ξανά στη Φλωρεντία, αλλά ξαναγυρνάει στην Ελλάδα και συνεχίζει τη δράση του σε πιο χαμηλούς τόνους.
Στη μεταπολίτευση, εξελέγη βουλευτής της Β΄ Αθηνών από την Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις. Αρνείται να συνεργαστεί με το ΠΑΣΟΚ και χαρακτηρίζει τον Αντρέα Παπανδρέου «φασίστα». Επιδιώκει την απομόνωση πολιτικών οι οποίοι συνεργάστηκαν με το καθεστώς της Χούντας. Αργότερα, παραιτείται από το κόμμα, καθώς αρνείται να συνυπάρξει με τον Δημήτρη Τσάτσο, μιας και είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του με τη Χούντα. Δέχτηκε πολλές πολιτικές πιέσεις, καθώς και απειλές και μηνύματα από αγνώστους. Ακόμη και μετά από αυτά όμως επέμενε στις απόψεις και στις δράσεις του.
Όσον αφορά το ποιητικό του έργο, κάποια από τα ποιήματα που είχε γράψει στη φυλακή, χάρη στο ισχυρό μνημονικό του, κατάφερε να τα ξαναγράψει. Κάποια είχε καταφέρει να τα διασώσει από τη φυλακή κιόλας. Το 1972, ενώ ο ίδιος βρίσκεται στη φυλακή, εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή στο Παλέρμο. Για αυτό του το έργο ο Παναγούλης βραβεύεται με το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας Βιαρέτζιο. Αφού αποφυλακίστηκε, εκδόθηκε και η δεύτερη ποιητική του συλλογή του στα ιταλικά.
Πρώτη Μαΐου του 1976, 35 χρόνια πριν, σκοτώνεται μετά από τροχαίο ατύχημα στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, λίγες μέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας. Η αποκάλυψη των φακέλων περιείχε αποδείξεις εις βάρος ορισμένων πολιτικών που συνεργάστηκαν με τη Χούντα. Φυσικά δεν έγινε ποτέ. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το τροχαίο ήταν στημένο για να τον θέσει εκτός μάχης και για να εξαφανιστούν οι αποδείξεις που είχε στην κατοχή του.
Την Κυριακή πραγματοποιήθηκε μνημόσυνο για τα 35 χρόνια από τον θάνατό του. Το «παρών» έδωσαν εκατοντάδες πολίτες που ήθελαν να τον τιμήσουν. Το σίγουρο είναι ότι αυτός ο άνθρωπος θα μείνει για πάντα γνωστός για την αντικαθεστωτική του δράση, για την παραδειγματική επιμονή του και φυσικά για το ποιητικό του έργο.
Καραγιάννη Αναΐς
Αφήστε το σχόλιό σας
Σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια...
Μόλις ελεγχθεί από το διαχειριστή θα δημοσιευτεί.